-
1 ανατολή
-
2 Ближний и Средний Восток
-
3 восток
Восток Ανατολή η; Ближний и Средний Восток Εγγύς και Μέση Ανατολή; Дальний Восток Άπω Ανατολή* * *м1) η ανατολήк восто́ку — προς την ανατολή
2) (Β.) η Ανατολήстра́ны Восто́ка — οι χώρες της Ανατολής
-
4 Восток
Восток Ανατολή η; Ближний и Средний Восток Εγγύς και Μέση Ανατολή; Дальний Восток Άπω Ανατολή* * *Ανατολή η -
5 восток
-а α.ανατολή (σημείο του ορίζοντα)•ветер дует с -а ό άνεμος φυσά από την ανατολή•
на восток от города есть лес ανατολικά της πόλης υπάρχει δάσος.
|| Ανατολή (χώρες)•мирное существование между востоком и западом ειρηνική συνύπαρξη μεταξύ Ανατολής και Δύσης•
Ближний восток η Εγγύς Ανατολή•
Дальний восток η Απω Ανατολή•
Средний восток η Μέση Ανατολή.
См. также в других словарях:
κεραμική — Τέχνη παραγωγής χρηστικών και διακοσμητικών αντικειμένων από άργιλο και άλλες ουσίες. Τα αντικείμενα διαμορφώνονται από την εύπλαστη μάζα υγρού πηλού και υποβάλλονται σε αποξήρανση και ψήσιμο για να σκληρύνουν και να σταθεροποιηθούν. Η ποικιλία… … Dictionary of Greek
Μουσείο Κανελλοπούλου — Η συλλογή του Παύλου και της Αλεξάνδρας Κανελλοπούλου στεγάζεται από το 1976 σε ένα επιβλητικό νεοκλασικό κτίριο του τέλους του 19ου αι. στη βόρεια πλευρά της Ακρόπολης (οδός Θεωρίας & Πανός, Πλάκα). Αυτή η πολύ σημαντική συλλογή έργων τέχνης… … Dictionary of Greek
Ερμιτάζ — Κρατικό μουσείο της Αγίας Πετρούπολης της Ρωσίας. Αποτελεί το μεγαλύτερο μουσείο τέχνης, ιστορίας και πολιτισμού της Ρωσίας και ένα από τα σημαντικότερα του κόσμου. Αρχικός πυρήνας του ήταν τα έργα τέχνης που συγκέντρωσε η Αικατερίνη B’… … Dictionary of Greek
Ιράκ — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία του Ιράκ Έκταση: 437.072 τ. χλμ. Πληθυσμός: 24.001.816 (2002) Πρωτεύουσα: Βαγδάτη (4.478.000 κάτ. το 1995)Κράτος της νοτιοδυτικής Ασίας στη Μέση Ανατολή. Συνορεύει στα Β με την Τουρκία, στα Δ με τη Συρία και την… … Dictionary of Greek
Αίγυπτος — I Κράτος της βορειοανατολικής Αφρικής και (σε μικρό μέρος) της δυτικής Ασίας.Συνορεύει στα Δ με τη Λιβύη, στα Ν με το Σουδάν και στα ΒΑ με το Ισραήλ, ενώ βρέχεται στα Β από τη Μεσόγειο θάλασσα και στα Α από την Ερυθρά θάλασσα.Η Α. (αλ… … Dictionary of Greek
Ιράν — Επίσημη ονομασία: Ισλαμική Δημοκρατία του Ιράν Παραδοσιακή ονομασία: Περσία Έκταση: 1.648.000 τ. χλμ. Πληθυσμός: 65.540.226 (2002) Πρωτεύουσα: Τεχεράνη (6.758.845 κάτ. το 1996)Κράτος της νοτιοδυτικής Ασίας στη Μέση Ανατολή. Συνορεύει στα Β με το… … Dictionary of Greek
λίβανος — Κράτος της νοτιοδυτικής Ασίας, στη Μέση Ανατολή. Συνορεύει στα Β, Α και ΝΑ με τη Συρία, στα Ν με το Ισραήλ, ενώ βρέχεται στα Δ από τη Μεσόγειο θάλασσα.Περιλαμβανόμενη μεταξύ της οροσειράς του Aντιλιβάνου και της Mπαχρ ελ Mουτεουάσιτ, η Δημοκρατία … Dictionary of Greek
Ασία — I Mία από τις πέντε ηπείρους. Βρίσκεται ολόκληρη σχεδόν στο βόρειο ημισφαίριο, και από γεωμορφολογική άποψη αποτελεί με την Ευρώπη αδιαχώριστη ενότητα, στην οποία δίνεται η ονομασία Ευρασία. H Α. είναι η μεγαλύτερη από όλες τις ηπείρους. Καλύπτει … Dictionary of Greek
αρχαιολογία — Η επιστήμη που μελετά την αρχαιότητα μέσα από όλα τα μνημεία και τα υλικά κατάλοιπά της. Η α. επιδιώκει να αποκαταστήσει τις διάφορες εκδηλώσεις του αρχαίου κόσμου, αφήνοντας κατά μέρος όμως τις μαρτυρίες, που ανήκουν στη σφαίρα αρμοδιότητας της… … Dictionary of Greek
Ανατολικό Ζήτημα — Ονομάστηκε έτσι η πολύπλοκη πολιτική κατάσταση που δημιουργήθηκε στη Βαλκανική χερσόνησο και στην Εγγύς Ανατολή από τον ανταγωνισμό των Μεγάλων Δυνάμεων οι οποίες, παρακολουθώντας την εξασθένηση της Οθωμανικής αυτοκρατορίας, κυρίως μετά την… … Dictionary of Greek
Ινδοευρωπαίοι — Ονομασία των λαών που ανήκουν στην ινδοευρωπαϊκή γλωσσική ομάδα. Περιλαμβάνει τις γλώσσες που ομιλούνται στην Ευρώπη και στην Ασία και έχουν κοινή γλωσσική καταγωγή. Η έννοια Ι. γεννήθηκε τον 19ο αι., όταν η μελέτη του ινδουισμού οδήγησε πολλούς… … Dictionary of Greek